Ὁ Ἃγιος Πορφύριος Ἐπίσκοπος Γάζης
Ὁ Ἃγιος Πορφύριος γεννήθηκε στήν Θεσσαλονίκη ἀπό εὐγενῆ καί πλούσια οἰκογένεια τό 347 μ.Χ.
Μετά τίς λαμπρές σπουδές του, φλεγόμενος ἀπό τήν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ, ἐγκατέλειψε τήν πατρίδα του καί ἀνεχώρησε γιά τήν Αἲγυπτο, ὃπου στήν Σκήτη τῆς ἐρήμου, ἒγινε μοναχός τό 377 μ.Χ.
Μετά ἀπό μία πενταετία, ἐπιθυμώντας νά προσκυνήσει τούς Ἁγίους Τόπους, πῆγε στά Ἱεροσόλυμα καί ἐγκαταστάθηκε στά περίχωρα τοῦ Ἰορδάνου, ζώντας σάν ἐρημίτης μέσα σέ ἓνα σπήλαιο. Ἐπιδόθηκε ὃμωςσέ τόση φοβερή σκληραγωγία, γιά 5 ὁλόκληρα χρόνια, ὣστε ἀρρώστησε βαρειά καί ἀναγκάσθηκε νά ἐπιστρέψει στά Ἱεροσόλυμα.
Ἐκεῖ κάποιος ἀντιγραφέας χειρογράφων, ὀνομαζόμενος Μᾶρκος, ἒβλεπε μέ θαυμασμό τόν ἀσθενικό αὐτό μοναχό νά παρακολουθεῖ συχνά τίς τελετές τοῦ Παναγίου Τάφου, παρότι βάδιζε μέ δυσκολία, στηριζόμενος πάντοτε στό μπαστούνι του. Κάποια ἡμέρα, λοιπόν, τόν βοήθησε ν’ ἀνέβει τίς σκάλες. Αὐτό στάθηκε ἀφορμή καί ὁ Μᾶρκος νά γίνει μαθητής του καί βιογράφος του.
Κατόπιν, ὁ Ἃγιος Πορφύριος ἒστειλε τόν Μᾶρκο στήν Θεσσαλονίκη, μέ σκοπό νά πουλήσει τήν πατρική του περιουσία. Μοίρασε δέ τά χρήματα ἐκεῖνα στούς πτωχούς καθώς καί στά μοναστήρια τῆς Αἰγύπτου καί τῆς Παλαιστίνης. Μεγάλη ὃμως ἀπορία κυρίευσε τόν Μᾶρκο, ὃταν στήν ἐπιστροφή του βρῆκε τόν γέροντά του ὑγιέστατο. «Μήν ἀπορεῖς» τοῦ εἶπε ὁ Ἃγιος «ἀλλ’ εὐχαρίστησε τόν Ἰησοῦ Χριστό. Πρίν 40 ἡμέρες, κατά τήν συνήθεια, σερνόμουν μέχρι τόν Πάναγιο Τάφο, ὃπου ἐξαντλημένος ἀπό τόν πόνο, λιπόθυμησα.
Ξαφνικά, εἶδα τόν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό ἐπάνω στόν Σταυρό καί δεξιά του τόν καλό ληστή καί ὃπωςἐκεῖνος, ἀνεφώνησα: «Μνήσθητί μου Κύριε, ὃταν ἒλθῃς ἐν τῇ Βασιλεία Σου». Τότε μέ ἐντολή τοῦ Χριστοῦ, ὁ ληστής κατέβηκε ἀπό τόν Σταυρό, μέ ἀσπάσθηκε καί μέ ὁδήγησε μπροστά στόν Χριστό, ὁ Ὁποῖος στράφηκε πρός ἐμένα καί εἶπε: «Παράλαβε τό πολύτιμον τοῦτο ξύλον καί φύλαξέ το.». Δέχθηκα, λοιπόν, τό Τίμιο Ξύλο, τό ὁποῖο μόλις ἂγγιξα στούς ὢμους μου, μέ θέραπευσε.»(1).
Μετά τήν θαυμαστή αὐτή θεραπεία, ὁ Ἃγιος συνέχισε μέ θερμό ζῆλο τούς μοναχικούς ἀγῶνες του, μαζί μέ τόν Μᾶρκο. Ὁ Μᾶρκος ἐξακολουθοῦσε ν’ ἀντιγράφει χειρόγραφα καί ὁ Ἃγιος Πορφύριος κατεργαζόταν δέρματα γιά νά μήν ἐπιβαρύνει τόν μαθητή του. Ἡ τροφή του ἦταν λίγο ψωμί καί βρεγμένα ὂσπρια. Ὁ ἐπίσκοπος Ἱεροσολύμων Πραΰλιος, βλέποντας τήν ἁγιότητα τῆς ζωῆς του τόν χειροτόνησε ἱερέα καί τόν διόρισε φύλακα τοῦ Τιμίου Σταυροῦ. Ὁ Ἃγιος δέχθηκε τήν θέση αὐτήμέ χαρά, γιατί ποτέ δέν λησμόνησε τά λόγια τοῦ Χριστοῦ: «Παράλαβε τό Τίμιο Ξύλο καί φύλαξέ Το».
Ὃταν μετά ἀπό τρία χρόνια ὁ ἐπίσκοπος Γάζης Αἰνέας κοιμήθηκε († 394 μ.Χ.), ὁ Μητροπολίτης Καισαρείας τῆς Παλαιστίνης κάλεσε τόν Ἃγιο Πορφύριο, δῆθεν νά τοῦ ἑρμηνεύσει ἓνα κείμενο τῆς ἉγίαςΓραφῆς καί τόν χειροτόνησε ἐπίσκοπο Γάζης. Ὁ ἐκλεκτός δοῦλος τοῦ Χριστοῦ ὑποτάχθηκε ταπεινά στό θέλημα τοῦ Θεοῦ, ἂν καί τόν φόβιζε τό βάρος τοῦ ἀρχιερατικοῦ ἀξιώματος (2).
Πράγματι, ὁ Ἃγιος ἀνέλαβε ἒργο ἐπίπονο καί ἐπικίνδυνο. Στήν Γάζα τό 395 μ.Χ. οἱ Χριστιανοί ἒφθαναν μόλις τούς 300. Οἱ ὑπόλοιποι ἦταν εἰδωλολάτρες καί Μανιχαῖοι, οἱ ὁποῖοι ἀντέδρασαν σοβαρά, ὃταν ὁ Ἃγιος Πορφύριος, μετά τήν χειροτονία του συνοδευόμενος ἀπό τόν ἀρχιδιάκονό του Μᾶρκο, θέλησε νά πάει στήν Γάζα. Οἱ εἰδωλολάτρες χωρικοί, στήν προσπάθειά τους νά τούς ἐμποδίσουν, ἒστρωσαν στούς δρόμους ἀγκάθια καί ἒκαψαν ἀκάθαρτεςὓλες, ὣστε ἀπό τήν δυσωδία νά πνίγονται καί νά μήν βλέπουν νά περπατήσουν.
Ἐκεῖνον ὃμως τόν χρόνο συνέβη μεγάλη ἀνομβρία στήν Γάζα. Μάταια οἱ ἐθνικοί παρακαλοῦσαν τόν θεό τους Μάρνα (Δία) νά βρέξει καί λιτάνευαν ἐπί ἑπτά ἡμέρες γύρω ἀπό τό Μαρνεῖο. Ἀλλ’ ὃταν ὁ Ἃγιος ἐπίσκοπος μαζί μέ τούς Χριστιανούς λιτάνευσε ἒξω ἀπό τήν πόλη, ἒπεσε δυνατή βροχή, πού κράτησε τρεῖς ἡμέρες. Οἱ εἰδωλολάτρες τότε ἒκλεισαν τίς πύλες τῆς πόλεως καί δέν ἐπέτρεψαν στόν Ἃγιο νά περάσει.
Βλέποντες ὃμως τό θαῦμα αὐτό 127 ἐθνικοί πίστευσαν στόν Χριστό, ἂνοιξαν τίς πύλες φωνάζοντας: «ὁ Χριστός μόνος Θεός, αὐτός μόνος ἐνίκησεν»(3). Μολονότι, ὁ Ἃγιος τέλεσε καί πολλά ἂλλα θαύματα, ἡ καρδιά τῶν εἰδωλολατρῶν δέν μαλάκωνε. Οἱ ἐθνικοί καί αἱρετικοί ἐξουσιαστές συχνά πίεζαν τούς Χριστιανούς. Ἦταν δέ τόσο ὀξυμμένα τά πάθη, ὣστε ὁ Ἃγιος στενοχωρημένος θέλησε νά παραιτηθεῖ. Ἀλλ’ ὁ Μητροπολίτης Καισαρείας Ἰωάννης δέν δέχθηκε τήν παραίτησή του.
Τότε ὁ Ἃγιος ἒστειλε τό 398 μ.Χ. τόν Μᾶρκο μέ ἐπιστολές στήν Κωνσταντινούπολη πρός τόν Ἃγιο Ἰωάννη τόν Χρυσόστομο, παρακαλώντας τον νά μεσολαβήσει ὣστε ὁ αὐτοκράτορας Ἀρκάδιος νά λάβει μέτρα κατά τῶν Ἐθνικῶν τῆς Γάζας. Ὁ ἱερός Χρυσόστομος κατώρθωσε μέσῳ τοῦ γνωστοῦ Εὐτροπίου νά σφραγισθοῦν οἱ εἰδωλολατρικοί ναοί καί νά καταστραφοῦν τά εἲδωλα. Μόνο τό περίφημο Μαρνεῖο παρέμεινε ἀνοικτό, γιατί ὁ διορισμένος ὑπάλληλος γιά τήν σφράγιση τῶν ναῶν, δωροδοκήθηκε.
Ἀποτέλεσμα αὐτῶν τῶν ἀποστολικῶν ἐνεργειῶν τοῦ Ἁγίου ἦταν ἀρκετοί εἰδωλολάτρες νά γίνουν Χριστιανοί, γεγονός τό ὁποῖο ἐξώργισε ἀκόμη περισσότερο τούς ἐθνικούς. Γιά τόν λόγο αὐτό, ὁ Ἃγιος Πορφύριος ἀπεφάσισε τόν Δεκέμβριο τοῦ 402 μ.Χ. νά πάει ὁ ἲδιος στήν Κωνσταντινούπολη. Ὁ Ἃγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος ἐπειδή δέν μποροῦσε πλέον νά ἐνεργήσει, τόν σύστησε στόν κουβικουλάριο Ἀμάντιο, ὁ ὁποῖος καί τόν ὁδήγησε στήν αὐτοκράτειρα Εὐδοξία, πού ἐπρόκειτο σέ λίγο καιρό νά φέρει στόν κόσμο παιδί.
Ὁ θεοφόρος Ἃγιος τῆς εἶπε προφητικά ὃτι θά ἀποκτήσει γυιό καί τῆς ζήτησε θερμά νά ἐκδοθεῖ αὐτοκρατορικό διάταγμα κατά τῶν εἰδωλολατρῶν καί αἱρετικῶν τῆς Γάζας. Ὁ αὐτοκράτορας ἀρχικά δυσκολεύθηκε νά ἐκπληρώσει τό αἲτημα. «Σκληρά ὦ βασιλεῦ» τοῦ λέγει ἡ αὐτοκράτειρα «ἡ αἲτησις αὓτη, σκληροτέρα ὃμως ἡ παραίτησις ταύτης».
Μετά ὃμως τήν γέννηση τοῦ διαδόχου, Θεοδοσίου Β’ τοῦ Μικροῦ, ἒξαλλη ἀπό τήν χαρά της, ἡ Εὐδοξία κάλεσε τόν Ἃγιο στά ἀνάκτορα, γιά νά τήν εὐλογήσει. Ἐπιπλέον, τοῦ σύστησε νά δώσει γραπτή τήν αἲτησή του στόν νεογέννητο διάδοχο τοῦ θρόνου τήν ἡμέρα τῆς βαπτίσεώς του. Ἒτσι καί ἒγινε. Ὁ Ἀρκάδιος, βαστάζοντας τό νεοφώτιστο βρέφος ἒξω ἀπό τήν Ἐκκλησία, ξαφνιάστηκε ὃταν ὁ Ἃγιος τοῦ ἒδωσε τήν γραπτή αἲτησή του. Τελικά, μετά ἀπό ἐπίμονες παρακλήσεις τῆς αὐτοκράτειρας, ὁ αὐτοκράτορας διέταξε νά καταστραφοῦν ὃλοι οἱ εἰδωλολατρικοί ναοί καί οἱ εἰδωλολάτρες καί αἱρετικοί ἐξουσιαστές ν’ ἀπομακρυνθοῦν ἀπό τήν Γάζα.
Ἡ αὐτοκράτειρα ἐπίσης προσέφερε στόν Ἃγιο πολλά χρήματα γιά νά οἰκοδομήσει χριστιανικό ναό καί ξενώνα.
Κατόπιν ὁ μακάριος Ἱεράρχης ἐπέστρεψε στήν ἐπαρχία του τό 402 μ.Χ. Οἱ Χριστιανοί τῆς Γάζας καί τῶν γύρω περιοχῶν ὑποδέχθηκαν θριαμβευτικά τόν Ἃγιο ποιμενάρχη τους καί τόν συνόδευσαν μέ ψαλμωδίες στήν πόλη. Στήν εἲσοδο τῆς πόλεως κατέστρεψαν τό μαρμάρινο ἂγαλμα τῆς Ἀφροδίτης. Μετά ἀπό λίγο κατέφθασε καί στρατιωτική δύναμη γιά νά ἐκτελέσει τό αὐτοκρατορικό διάταγμα.
Οἱ στρατιῶτες μαζί μέ ὃλους τούς Χριστιανούς ὣρμησαν καί κατέστρεψαν τούς ναούς καί ἒκαψαν τό «περικαλλέστατο» Μαρνεῖο. Οἱ πλούσιοι δραπέτευσαν καί οἱ κατοικίες τους δημεύθηκαν. Καί οἱ ἱερεῖς τῶν εἰδώλων ἀναγκάσθηκαν νά φύγουν ἀπεγνωσμένοι. Ἒτσι καταστράφηκε καί ἡ τελευταία εἰδωλολατρική ἑστία στήν Παλαιστίνη.
Στήν θέση ἐκείνη, οἱ Χριστιανοί μέ τήν ἐπιστασία τοῦ Ἁγίου, ἒκτισαν μεγάλη ἐκκλησία, τήν ὁποία ὀνόμασαν ἀπό τό ὂνομα τῆς αὐτοκράτειρας «Εὐδοξιανή». Τήν ἐγκαινία σαν δέ μέ ἐπισημότητα τό 407 μ.Χ., γιατί συμβόλιζε τόν θριάμβο τοῦ Χριστιανισμοῦ κατά τῆςεἰδωλολατρείας.
Ὁ ἀκαταπόνητος Ἱεράρχης ἐργάσθηκε ἀκόμη πολλά χρόνια γιά τήν διάδοση καί τήν ἑδραίωση τῆς χριστιανικῆς πίστεως. Πολλές φορές ἀκόμη ἀπειλήθηκε καί κινδύνευσε ἡ ζωή του ἀπό τούς ἐθνικούς. Ἐπίσης ἒλαβε μέρος στήν Σύνοδο τῆς Διοσπόλεως (Λύδδας) τό 415 μ.Χ., κατά τήν ὁποία δικάσθηκε ὁ αἱρετικός Πελάγιος.
Μετά ἀπό 25 χρόνια θυσίας, κακοπαθείας καί καρποφόρου διακονίας στήν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, ὁ Ἃγιος Πορφύριος παρέδωσε τήν ψυχή του στόν Θεό στίς 26 Φεβρουαρίου τοῦ 421 μ.Χ., ἀφοῦεὐτύχησε νά δεῖ τήν τελική ἐπικράτηση τοῦ Χριστιανισμοῦ στήν ἐπαρχία του.
Ἡ Ἐκκλησία τιμᾶ τήν μνήμη του τήν 26η Φεβρουαρίου.
ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ - ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ:
1-2. π. Βασιλείου Ρούσσου Α.Α., Βίοι τῶν Ἁγίων Δυτικῆς καί Ἀνατολικῆς Ἐκκλησίας, ἐν Ἀθήναις Καθολική Ἒκδοσις 1941, Φεβρουάριος, σελ. 190-191.
3. Χρυσοστόμου Α. Παπαδοπούλου, Ἱστορία τῆς Ἐκκλησίας Ἱεροσολύμων, Ἒκδοσις Β’, Θεσσαλονίκη 2010, σελ. 144.
4. Βίκτωρος Ματθαίου, Ὁ Μέγας Συναξαριστής τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, Ἒκδοσις Γ’, Ἀθῆναι 1964, τόμος Β’, σελ. 533-536.
5. Ἁγίου Νικοδήμου Ἁγιορείτου, Συναξαριστής, Τόμος Α’, Ἀθῆναι 1868, σελ. 479-480.
6. Θρησκευτική καί Ἠθική Ἐγκυκλοπαίδεια, Τόμος 11ος , Εκδότης Αθ. Μαρτίνος, Αθήναι : 1962- 1968.