Ἀνακοίνωση γιὰ βλάσφημες ἀναρτήσεις
σχετικὰ μὲ τὸν Κύριο καὶ Θεό μας Ἰησοῦ Χριστὸ
Πρόσφατα δημιουργήθηκε θόρυβος στὰ κοινωνικὰ μέσα ἐνημερώσεως ἐξ αἰτίας προβολῆς δημόσια ὑβριστικῆς ἀφίσας μὲ «μακιγιαρισμένο» τὸ Πρόσωπο τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ σὲ παραδοσιακὴ παλαιὰ Εἰκόνα Του, ἤ καὶ μέσῳ προβολῆς ταινίας ἀπὸ τὸ ἐξωτερικὸ προσβλητικῆς τῆς ἠθικῆς ὑποστάσεως Αὐτοῦ. Τέτοια καὶ ἄλλα περιστατικὰ ἀποτελοῦν δείγματα ἀπύθμενης καταπτώσεως καὶ παρακμῆς.
Ἡ ἐλευθερία ἐκφράσεως ἔχει περιορισμούς, ὅταν βεβηλώνει τὰ ἱερὰ καὶ τὰ ὅσια. Ὅ,τι εἶναι δημόσιο δὲν μπορεῖ νὰ εἶναι καὶ ἀνεξέλεγκτο. Ἡ ἐλευθερία δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ χρησιμοποιεῖται ὡς ἐπικάλυμμα τῆς κακίας (βλ. Α’ Πέτρ. 2:16). Ὅσοι καπηλεύονται τὰ πιστεύω μας δὲν ἐπιτρέπεται νὰ μὴν ψέγονται. Οἱ Ποιμένες τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ δὲν δύνανται νὰ ἀδιαφορήσουν καὶ νὰ μὴν ἐκφράζουν τὸν ἀποτροπιασμό τους, ὅταν προσβάλλεται ἡ Πίστη, καλώντας σὲ μετάνοια.
Βέβαια, ὁ Κύριος καὶ Θεὸς καὶ Σωτῆρας μας Ἰησοῦς Χριστὸς δὲν παθαίνει τίποτε ὅταν ὑβρίζεται, οὔτε τὸ σωτηριῶδες ἔργο Του ματαιώνεται ἤ ἐμποδίζεται. Οἱ ἄνθρωποι ὅμως δείχνουν τὸ ποιόν τους καὶ καθρεπτίζουν τὸ ὅποιο περιεχόμενό τους, καλὸ ἤ διαστροφικό. Οἱ ἀρνητὲς δὲν δικαιοῦνται νὰ «ἐφαρμόζουν» καὶ «χρεώνουν» τὰ πάθη τους σὲ Αὐτὸν ποὺ ἦλθε πρὶν ἀπὸ δύο χιλιάδες χρόνια ἀκριβῶς γιὰ νὰ μᾶς λυτρώσει καὶ ἐλευθερώσει ἀπὸ τὰ πάθη, τὴν ἁμαρτία, τὸν διάβολο καὶ τὸν θάνατο· ὅπως καὶ νὰ χαρίσει κάθε ἀγαθὸ καὶ ζωὴ αἰώνια, ὡς ὁ μόνος Φιλάνθρωπος Εὐεργέτης. Οὔτε δικαιοῦνται οἱ δύστυχοι ἀσεβεῖς νὰ ἐπιλέγουν τὶς μεγάλες Ἑορτὲς τῆς Χριστιανοσύνης γιὰ νὰ ἐκφράσουν τὸ παράλογο μίσος τους κατὰ τοῦ Χριστοῦ, τοῦ τελείως ἀναμαρτήτου καὶ ἁγίου, καὶ ἐπίσης νὰ σκανδαλίζουν καὶ ἱεροσυλοῦν. Αὐτὸ ποὺ κάνουν εἶναι ἀπρεπές, ἀπάνθρωπο καὶ ἀντισυνταγματικό. Ἡ ἀσέβεια στὸν Υἱὸ τοῦ Θεοῦ εἶναι ἀσέβεια στὸν Θεὸ Πατέρα καὶ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα.
Εὐχόμαστε γιὰ τὴν μετάνοια τῶν ὑβριστῶν ἤ ἔστω γιὰ τὴν συγκράτησή τους στὰ ὅρια τῆς λογικῆς καὶ τῆς εὐπρεπείας, διότι ὡς Χριστιανοί, ὡς λαὸς τοῦ Θεοῦ, εἴμαστε βέβαια εἰρηνικοὶ καὶ συγχωρητικοί, ἀλλὰ ὅταν μᾶς ὑβρίζουν τὸν Θεὸ καὶ Πλάστη μας δὲν θὰ μείνουμε ἀδρανεῖς. Οἱ Πρόγονοί μας ποὺ ἀγωνίσθηκαν «γιὰ τοῦ Χριστοῦ τὴν πίστη τὴν ἁγία καὶ τῆς Πατρίδος τὴν ἐλευθερία» στὰ πεδία τῶν μαχῶν καὶ ὅπου τὸ καλοῦσε ἡ ἀνάγκη, δὲν μᾶς ἐπιτρέπουν τὸν ἐφησυχασμό· μᾶς καλοῦν σὲ ἐγρήγορση καὶ ἑτοιμότητα γιὰ νὰ πράξουμε τὸ ἴδιο ὑπερασπιζόμενοι τὰ δίκαιά μας, ὅπου χρειασθεῖ, ἐνώπιον τοῦ ἐνεργουμένου ἤδη μυστηρίου τῆς ἀνομίας (Β’ Θεσ. 2:7), τὸ ὁποῖο λαμβάνει ἀνυπόφορες διαστάσεις.
Ἐκ τῆς Γραμματείας τῆς Ἱερᾶς Συνόδου
Ἀθήνα, 20-12-2019/2-1-2020